Αντίποινα και μαζικές σφαγές
Η εφαρμογή της συλλογικής ευθύνης υπήρξε και στην Ελλάδα αναπόσπαστο στοιχείο της εμπειρίας της Κατοχής. Δεκάδες χιλιάδες άμαχοι, ανάμεσά τους γυναίκες και παιδιά, σκοτώθηκαν από τα γερμανικά στρατεύματα σε πράξεις προμελετημένων αντιποίνων, τα οποία δεν αποτελούσαν παρά εγκλήματα πολέμου, ευθείες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου. Σύμφωνα με δικούς τους υπολογισμούς, οι Γερμανοί ισχυρίστηκαν πως μεταξύ Ιουνίου 1943 και Σεπτεμβρίου 1944, 30.000 Έλληνες είχαν χάσει τη ζωή τους «στη μάχη», στην πραγματικότητα επρόκειτο για αμάχους που δολοφονήθηκαν ή εκτελέστηκαν με πρόσχημα την πραγματική ή υποτιθέμενη συμμετοχή τους σε ένοπλες αντικατοχικές ενέργειες. Σύμφωνα με την έκθεση που κατέθεσε η ελληνική κυβέρνηση ως τεκμήριο στη Δίκη της Νυρεμβέργης, 91.000 άνθρωποι είχαν δολοφονηθεί ή εκτελεστεί ως όμηροι στα πλαίσια της γερμανικής κατοχικής πολιτικής αντιποίνων και μαζικών σφαγών στην Ελλάδα.
Αυτή η κτηνώδης πολιτική αντιποίνων και μαζικών σφαγών έπνιξε στο αίμα και άφησε σε ερείπια τουλάχιστον 800 χωριά και κωμοπόλεις. Ανάμεσα σε πολλές τοποθεσίες που αποτελούν διαχρονικά ορόσημα της ναζιστικής τρομοκρατίας στην Ελλάδα, ξεχωρίζουν μεταξύ άλλων τα εξής: Καλάβρυτα, Δίστομο, Γιαννιτσά, Βιάννος, Κοντομαρί, Αλικιανός, Ανώγεια, Χορτιάτης, Κομμένο, Κλεισούρα, Μεσόβουνο, Κερδύλλια, Παραμυθιά και Λιγγιάδες. Η μαζικότερη σε αριθμούς θυμάτων εκτέλεση έλαβε χώρα στις 13 Δεκεμβρίου 1943 στα Καλάβρυτα, όταν όλος ο ανδρικός πληθυσμός ηλικίας από 16 έως 65 ετών εκτελέστηκε ομαδικά και η πόλη παραδόθηκε στις φλόγες, από στρατεύματα της 117 Μεραρχίας Κυνηγών. Συνολικά 700 άτομα έχασαν τη ζωή τους στα πλαίσια της Επιχείρησης Καλάβρυτα, μεταξύ των οποίων 22 γυναίκες και παιδιά, ενώ 24 τοποθεσίες και τρεις μονές σε όλη την επαρχία καταστράφηκαν ολοσχερώς. Η σφαγή στα Καλάβρυτα συγκαταλέγεται στα μεγαλύτερα εγκλήματα που διαπράχθηκαν εναντίον αμάχων στην κατεχόμενη Ευρώπη, μαζί με το τσέχικο Λίντιτσε, το γαλλικό Οραντούρ και τις σερβικές πόλεις Κράλιεβο και Κραγκούγιεβατς.